Προστασία περιβάλλοντος και ανάκληση της άδειας λειτουργίας βιομηχανικής μονάδας. Η προσβαλλόμενη πράξη περί ανακλήσεως άδειας λειτουργίας βιομηχανικής μονάδας, η οποία λειτουργεί βάσει εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων, υπάγεται στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Ε’ Τμήματος του ΣτΕ. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας των δραστηριοτήτων του ν. 2516/1997 απαιτείται χορήγηση των οικοδομικών αδειών στον έχοντα νόμιμο δικαίωμα εκμετάλλευσης της επιχείρησης. Προϋποθέσεις ανάκλησης των παράνομων ευμενών διοικητικών πράξεων. Η κατά το άρθρο 29 του ν. 3982/2011 διακοπή λειτουργίας δραστηριότητας, δεν αποκλείει την, σύμφωνα με τις γενικές αρχές, ανάκληση άδειας λειτουργίας βιομηχανικής ή βιοτεχνικής επιχείρησης. Νομίμως ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της επίδικης μονάδας λόγω παράνομης εγκατάστασης αυτής σε έκταση ιδιοκτησίας του Δημοσίου και έλλειψης δικαιώματος νόμιμης χρήσης της από τον αιτούντα. Νομίμως επετράπη η συνέχιση λειτουργίας της δραστηριότητας για 30 ημέρες, με σκοπό τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών, ενώ δεν λαμβάνονται υπόψη οι συμβατικές υποχρεώσεις του αιτούντος. Η σχετική πράξη είναι εκτελεστή και προσβάλλεται παραδεκτά. Απορρίπτεται η αίτηση ακύρωσης.
5. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνει με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς εταιρεία, που ασκεί ομοειδή με τον αιτούντα επιχείρηση παραγωγής ασφαλτομίγματος, εγκατεστημένη στη Βιομηχανική Περιοχή ……., και η οποία έχει υποβάλει αιτήσεις και καταγγελίες ενώπιον της Διοικήσεως σχετικά με τη νομιμότητα λειτουργίας της επίδικης μονάδας, προβάλλει δε ότι ο αιτών, ασκώντας παρανόμως τη δραστηριότητά του στην επίδικη θέση, εξοικονομεί τις δαπάνες νόμιμης εγκατάστασης και αντλεί αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε βάρος της (πρβλ. ΣτΕ 853/2018, 3963/2015 και ΣτΕ 2467/2018, 1179/2017 κ.ά.).
6. Επειδή, ο ν. 2516/1997 “Ίδρυση και λειτουργία βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων και άλλες διατάξεις” (Α΄ 159), που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της ανακαλούμενης άδειας λειτουργίας (2002), ορίζει, στο άρθρο 11 παρ. 1, ότι για την ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων, που προορίζονται για την εξυπηρέτηση των δραστηριοτήτων του παρόντος νόμου, απαιτείται να εκδοθεί προηγουμένως η κατά νόμο άδεια οικοδομής, η οποία και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και στο άρθρο 13 ότι για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας απαιτείται να υποβληθεί σχετική αίτηση συνοδευόμενη από τα αναφερόμενα στην εν λόγω διάταξη δικαιολογητικά, ο τύπος και το περιεχόμενο των οποίων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης. Εξάλλου, στο άρθρο 1 της φ.15/2439/77/2001 απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης (Β΄ 154), που εκδόθηκε κατ’εξουσιοδότηση του προαναφερθέντος νόμου, μεταξύ των δικαιολογητικών που προβλέπονται για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας βιομηχανικής ή βιοτεχνικής μονάδας είναι η οικοδομική άδεια και εάν απαιτείται, η παραχώρηση κοινόχρηστων, δημοτικών ή κοινοτικών εκτάσεων ή δημόσιων κτημάτων ή η απαλλοτρίωση ιδιωτικών εκτάσεων.
7. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, άδεια λειτουργίας των δραστηριοτήτων του ν. 2516/1997 χορηγείται με την προσκομιδή των προβλεπόμενων στον νόμο και την κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα υπουργική απόφαση δικαιολογητικών, μεταξύ των οποίων, των απαιτούμενων οικοδομικών αδειών, στον έχοντα νόμιμο δικαίωμα εκμετάλλευσης της επιχείρησης, δηλαδή κατ’ αρχήν στον κύριο ή στον έχοντα νόμιμο δικαίωμα χρήσης του ακινήτου, όπου πρόκειται να λειτουργήσει (πρβλ. ΣτΕ 3345/2017).
8. Επειδή, η αρχή της νομιμότητας επιβάλλει, κατ’ αρχήν, στη Διοίκηση την ανάκληση παράνομης διοικητικής πράξης, όπως, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι απαιτούμενες για την έκδοση της πράξης νόμιμες προϋποθέσεις, ενώ η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης απαιτεί τη διατήρηση της ισχύος των ευμενών για τον καλόπιστο διοικούμενο πράξεων. Σύνθεση των αρχών αυτών συνιστούν οι γενικές αρχές ανάκλησης των διοικητικών πράξεων, σύμφωνα με τις οποίες και οι ευμενείς διοικητικές πράξεις ανακαλούνται εάν είναι παράνομες, μέσα σε εύλογο χρόνο από την έκδοσή τους, ενώ επιτρέπεται η ανάκλησή τους και μετά την παρέλευση ευλόγου χρόνου, για λόγους δημοσίου συμφέροντος (βλ. ΣτΕ 3906/2008, 2403/1997 Ολομ.). Εξάλλου, η νομιμότητα της ανακλητικής διοικητικής πράξης, κρίνεται από το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου προσβάλλεται εν όψει των περιεχομένων σ’ αυτήν αιτιολογιών ανάκλησης που μπορεί, κατ’ αρχήν, να συμπληρώνονται από τα στοιχεία του φακέλου (βλ. ΣτΕ 4069/2012, πρβλ. ΣτΕ 2233/1977 Ολομ.).
9. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την Δ.Β.Φ.14.2/1047/2635/30.4.2002 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας αορίστου χρόνου για το συγκρότημα ασφαλτομίγματος και σπαστηροτριβείου, ιδιοκτησίας του αιτούντος στη θέση ………, χείμαρρος Κράθη, περιοχής ……… Δήμου ………… . Για την ίδια μονάδα είχε στο παρελθόν εκδοθεί άδεια λειτουργίας με την Φ.14.2/1956/1997 απόφαση του ιδίου Νομάρχη με ισχύ έως 3.1.2000. Εξάλλου, η εν λόγω μονάδα είχε αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά αρχικά με την 3381/2002 ΑΕΠΟ και στη συνέχεια με την ΔΑ.Φ31/2078/775/2009 ΑΕΠΟ, με ισχύ μέχρι 25.5.2019, όπως προκύπτει από το ………/2016 έγγραφο της Διεύθυνσης Ανάπτυξης Π.Ε. Αχαΐας. Στις 24.9.2015 διενεργήθηκε αυτοψία στους χώρους της εν λόγω εγκατάστασης από υπαλλήλους της εν λόγω Διεύθυνσης Ανάπτυξης, κατά την οποία ζητήθηκε από τον αιτούντα να προσκομίσει στην εν λόγω υπηρεσία όλα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν τη νόμιμη λειτουργία της επίδικης μονάδας, μεταξύ των οποίων, στοιχεία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου επί του οποίου εγκαταστάθηκε η μονάδα, καθώς και λοιπές άδειες και εγκρίσεις, όπως πολεοδομικές άδειες. Περαιτέρω, η εν λόγω Διεύθυνση Ανάπτυξης με το ……………/1.12.2015 έγγραφό της κάλεσε τον αιτούντα να εκθέσει τις απόψεις του επί της λειτουργίας της μονάδας, επισημαίνοντας ότι το προσκομισθέν ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης ακινήτου είχε λήξει από 31.12.2005 χωρίς να έχει προσκομισθεί νέο που να βρίσκεται σε ισχύ. Ο αιτών δεν προκύπτει ότι ανταποκρίθηκε στις σχετικές προσκλήσεις της Διοίκησης για την προσκομιδή των ζητούμενων στοιχείων. Εξάλλου, κατόπιν αλληλογραφίας μεταξύ της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας και της Διεύθυνσης Ανάπτυξης (βλ. ……/2018 έγγραφο Κτηματικής Υπηρεσίας), η τελευταία ενημερώθηκε ότι είχε εκδοθεί το …../2003 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής σε βάρος του αιτούντος από έκταση 11.465 τ.μ., που βρίσκεται στον ποταμό Κράθη ανάντη της γέφυρας ΝΕΟ Αθηνών-Πατρών, στην αριστερή πλευρά της ροής του ποταμού στην ………. ν. Αχαΐας, στον χώρο εγκατάστασης της επίδικης μονάδας, επειδή η εν λόγω έκταση εμπίπτει κατά τα 4596 τ.μ. σε τμήμα του ΒΚ18 δημόσιου κτήματος και κατά τα 6869 τ.μ. σε κοινόχρηστο χώρο, συγκεκριμένα σε μπαζωμένη κοίτη του ποταμού Κράθη, την οποία ο αιτών κατέλαβε παράνομα με σκοπό την απόκτηση δικαιωμάτων κατοχής και κυριότητας επί εκτάσεως ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου. Ανακοπή του αιτούντος κατά του εν λόγω πρωτοκόλλου και του συναφούς πρωτοκόλλου καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης απορρίφθηκε με την 53/2003 απόφαση του Ειρηνοδικείου Ακράτας, με την οποία, μεταξύ άλλων, απορρίφθηκε ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο ο αιτών έχει μισθώσει την επίδικη έκταση από ιδιώτες, οι οποίοι διαθέτουν ως τίτλους κυριότητας δύο συμβόλαια του έτους 1870 σε μείζονα έκταση 360 περίπου στρεμμάτων, με την αιτιολογία ότι δεν είχε προσδιορισθεί: α) ποιοί είναι οι κύριοι της εν λόγω έκτασης και σε ποιό ποσοστό, β) με ποιόν τρόπο απέκτησαν κυριότητα σε αυτήν, καθ’ όσον δεν αποδεικνύεται η μεταγραφή των εν λόγω συμβολαίων, ενώ η μόνη διακατοχική πράξη που επικαλείται ο αιτών είναι η προαναφερθείσα μίσθωση, της οποίας η διάρκεια δεν έχει, εν πάσει περιπτώσει, υπερβεί την 20ετία και γ) ποιά η σχέση των σημερινών κυρίων με τους συμβληθέντες στα παραπάνω συμβόλαια. Έφεση του αιτούντος κατά της τελευταίας αυτής απόφασης συζητήθηκε στις 18.10.2017, κατόπιν ματαιώσεως της αρχικής δικασίμου, επαναφοράς της με κλήση του Ελληνικού Δημοσίου και αλλεπάλληλων αναβολών, απορρίφθηκε δε με την 41/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαβρύτων, ενώπιον του οποίου ο αιτών δεν εμφανίστηκε. Κατόπιν τούτων, ο αιτών εκλήθη εκ νέου να εκθέσει τις απόψεις του σχετικά με τη λειτουργία της επίδικης μονάδας (βλ. από 21.6.2018 έγγραφο της Διεύθυνσης Ανάπτυξης Αχαΐας) και υπέβαλε σχετικά τις από 28.6.2018 έγγραφες εξηγήσεις του. Με αυτές προέβαλε ότι “η μισθωτική του σχέση είναι με ιδιώτες” , ότι είναι σύννομος σε όλες τις υποχρεώσεις του και ότι ουδεμία παρανομία υφίσταται σχετικά με τη λειτουργία της επιχείρησής του. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα προαναφερθέντα, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη Δ.Α.200228/5960/2.7.2018 απόφαση του Αντιπεριφε-ρειάρχη Π.Ε. Αχαΐας, με την οποία ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της επίδικης μονάδας και διατάχθηκε η σφράγισή της. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο προοίμιο της εν λόγω πράξης (στ. 12 και 13) αυτή εκδόθηκε στηριζόμενη στα εξής δεδομένα: α) ότι από την 41/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαβρύτων, σε συνδυασμό με την 53/2003 απόφαση του Ειρηνοδικείου Ακράτας και το …../2003 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής, αποδεικνύεται η “παράνομη επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητας του αιτούντος και η μη τήρηση των όρων της αρχικής άδειας λειτουργίας (όσον αφορά σχεδιαγράμματα-τοπογραφικά κλπ)” και β) ότι δεν προσκομίστηκαν από τον αιτούντα οι απαιτούμενες οικοδομικές άδειες για την επίδικη μονάδα κατόπιν της από 25.9.2015 έκθεσης αυτοψίας και της σχετικής κλήσης σε ακρόαση. Εξάλλου, με την ίδια πράξη αποφασίσθηκε η συνέχιση λειτουργίας της μονάδας για τριάντα ημέρες μετά την ημερομηνία έκδοσης της ανακλητικής, προκειμένου να πραγματοποιηθεί βιομηχανοποίηση των αποθεμάτων πρώτων υλών, κατά το άρθρο 29 παρ. 1 του ν. 3982/2011, και διατάχθηκε η σφράγισή της κατόπιν της παρέλευσης του εν λόγω χρονικού διαστήματος, δηλαδή στις 3.8.2018. ΄Ηδη με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της ως άνω ανακλητικής πράξης. Αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής που υπεβλήθη από τον αιτούντα με την υπ’ αρ. καταθ. …../2018 αίτηση αναστολής έγινε εν μέρει δεκτό από τον Πρόεδρο του Γ΄ Τμήματος Διακοπών του Δικαστηρίου και επετράπη η συνέχιση λειτουργίας της επίδικης μονάδας μόνο καθ’ όσον αφορά την εξυπηρέτηση ήδη ανειλημμένων υποχρεώσεων του αιτούντος. 10. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και ακυρωτέα, διότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 2 του ν. 3982/2011 για τη διακοπή λειτουργίας της επίδικης δραστηριότητας και συγκεκριμένα διότι δεν προκύπτει ότι προκαλείται άμεσος κίνδυνος για την προστασία του περιβάλλοντος, την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων, την ασφάλεια των περιοίκων και την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών.
11. Επειδή, στο άρθρο 29 του ν. 3982/2011 (Α΄ 143) “Απλοποίηση της αδειοδότησης τεχνικών επαγγελματικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων και επιχειρηματικών πάρκων και άλλες διατάξεις”, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 228 παρ.9 του 4072/2012 (Α΄ 86), με τον τίτλο “Κυρώσεις”, ορίζονται τα εξής: “1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 17 έως 40 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση τους, καθώς και σε περίπτωση μη τήρησης των όρων ή περιορισμών που τίθενται με αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής, μπορεί να επιβληθεί, με απόφαση του Περιφερειάρχη, πλην των κυρώσεων της παραγράφου 3, η ολική ή μερική, προσωρινή ή οριστική, διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας. Η διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας πραγματοποιείται από τα όργανα της Περιφέρειας, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, με τη σφράγιση του παραγωγικού της εξοπλισμού ή σε περίπτωση αποθήκης ή άλλων επικινδύνων εγκαταστάσεων με τη σφράγιση αυτών. [...] Σε ειδικές περιπτώσεις και εφόσον επιβάλλεται σε εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου η διακοπή λειτουργίας των δραστηριοτήτων, ο Περιφερειάρχης επιτρέπει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες, με απόφασή του που εκδίδεται εφάπαξ, τη δυνατότητα συνέχισης της λειτουργίας τους για τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών, που είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον ή την ασφάλεια της περιοχής. 2. Διακοπή της λειτουργίας μιας δραστηριότητας επιβάλλεται μόνο όταν από τη λειτουργία της προκαλείται άμεσος κίνδυνος για: α) την προστασία του περιβάλλοντος, β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων, γ) την ασφάλεια των περιοίκων και δ) την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών ή όταν έχουν παρέλθει άπρακτες οι προβλεπόμενες στο άρθρο 22 προθεσμίες”.
12. Επειδή, η πρόβλεψη στην προαναφερθείσα διάταξη της διακοπής λειτουργίας δραστηριότητας ως κύρωσης υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σ’ αυτήν, δεν αποκλείει την, σύμφωνα με τις γενικές αρχές ανάκλησης των διοικητικών πράξεων, ανάκληση άδειας λειτουργίας βιομηχανικής ή βιοτεχνικής επιχείρησης, η οποία μάλιστα έχει εκδοθεί υπό το καθεστώς του προϊσχύσαντος ν. 2516/1997, για λόγους που ανάγονται στη νομιμότητά της (πρβλ. ΣτΕ 3356/2007). Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι η Διοίκηση δύναται παράλληλα να εφαρμόζει τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 1 του ν. 3982/2011, σχετικά με την υλοποίηση της διακοπής λειτουργίας της δραστηριότητας, συνεπεία της εν λόγω ανακλήσεως, ως προς τη διαδικασία σφράγισης του παραγωγικού εξοπλισμού ή των εγκαταστάσεων της δραστηριότητας, καθώς και σε σχέση με τη δυνατότητα συνέχισης λειτουργίας της για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα με σκοπό τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών, που είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον και την ασφάλεια της περιοχής.
13. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης, με αυτήν ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της επίδικης μονάδας για λόγους που αφορούν τους όρους και τις προϋποθέσεις έκδοσης της ανακαλούμενης άδειας με αποτέλεσμα τη διακοπή λειτουργίας της. Συνεπώς, δεν επιβάλλεται η κύρωση της διακοπής λειτουργίας της εν λόγω δραστηριότητας βάσει του άρθρου 29 παρ. 1 και 2 του ν. 3982/2011. Ως εκ τούτου, πρέπει ν’ απορριφθεί ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης ο εξεταζόμενος λόγος περί μη συνδρομής, εν προκειμένω, των προϋποθέσεων της παραγράφου 2 του ως άνω άρθρου.
14. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και ακυρωτέα λόγω αόριστης και ελλιπούς αιτιολογίας ως προς το εάν υπάρχει παράνομη επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητας και μη τήρηση των όρων της αρχικής άδειας λειτουργίας (όσον αφορά σχεδιαγράμματα-τοπογραφικά), που αναφέρονται στο προοίμιό της ως λόγος ανακλήσεως. Κατά τους ισχυρισμούς του αιτούντος, δεν παραβιάστηκε κανένας όρος της ανακληθείσας άδειας λειτουργίας ούτε προκύπτει από κανένα τοπογραφικό κάτι τέτοιο. Κατά τα προβαλλόμενα, στην πραγματικότητα η επίδικη έκταση ανήκει σε ιδιώτες, ιδιοκτήτες ευρύτερης έκτασης, που ονομάζεται κτήμα “…………”, με τη διαχειριστική επιτροπή του οποίου ο αιτών είχε συνάψει σύμβαση μίσθωσης από το έτος 1990. Συναφώς, προβάλλεται ότι η Διοίκηση εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη κατά πλάνη περί τα πράγματα ως προς το ζήτημα αυτό, και συγκεκριμένα χωρίς να λάβει υπόψη κρίσιμα στοιχεία, όπως: α) δύο αποφάσεις πολιτικών δικαστηρίων (297/1974 και 571/1987 του Εφετείου Πατρών), που κατά τους ισχυρισμούς του αιτούντος επιλύουν το ιδιοκτησιακό καθεστώς εκτάσεων στη θέση “………”, όπου βρίσκεται και η επίδικη, αναγνωρίζοντας ως ιδιοκτήτες ιδιώτες, μεταξύ των οποίων, και οι μεταγενέστερα εκμισθωτές του, β) την ΣτΕ 2471/2011 που ακύρωσε πρωτόκολλο του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας για αυθαίρετες κατασκευές εντός της κοίτης του Ποταμού Κράθη και γ) το υπ’ αρ. πρωτ. ………/2007 έγγραφο της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (ΚΕΔ), σύμφωνα με το οποίο η επίδικη μονάδα βρίσκεται εκτός του Β18 δημόσιου κτήματος.
15. Επειδή, όπως προκύπτει από το προαναφερθέν ιστορικό, η προσβαλλόμενη πράξη στηρίζεται προεχόντως στο γεγονός ότι με το ……/2003 πρωτοκόλλο διοικητικής αποβολής ο αιτών αποβάλλεται από έκταση 11.465 τ.μ., όπου έχει εγκαταστήσει την επίδικη μονάδα, επειδή η εν λόγω έκταση εμπίπτει κατά τα 4596 τ.μ. σε τμήμα του ΒΚ18 δημόσιου κτήματος και κατά τα 6869 τ.μ. σε κοινόχρηστο χώρο, συγκεκριμένα σε μπαζωμένη κοίτη του ποταμού Κράθη, την οποία αυτός κατέλαβε παράνομα, μετά από την οριστικοποίηση του εν λόγω πρωτοκόλλου με την 41/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαβρύτων απορριπτική έφεσής του κατά της επίσης απορριπτικής 53/2003 απόφασης του Ειρηνοδικείου Ακράτας επί ανακοπής του ιδίου. Εξάλλου, ήδη από το έτος 2015, πριν την οριστικοποίηση του εν λόγω πρωτοκόλλου, ο αιτών είχε κληθεί από τη Διοίκηση να προσκομίσει στοιχεία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς του εν λόγω ακινήτου, με την επισήμανση ότι το μισθωτήριο που είχε προσκομισθεί είχε λήξει από το 2005, χωρίς όμως να υπάρξει σχετική ανταπόκριση. Με αυτά τα δεδομένα, η Διοίκηση νομίμως ανακάλεσε την άδεια λειτουργίας της επίδικης μονάδας για το λόγο ότι ήδη δεν συντρέχει στο πρόσωπο του αιτούντα, η βασική προϋπόθεση για την έκδοσή της, που κατά τα ήδη αναφερθέντα (σκ. 7), συνίσταται στο δικαίωμα νόμιμης χρήσης του ακινήτου όπου λειτουργεί η αδειοδοτηθείσα δραστηριότητα. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη πράξη, ανεξάρτητα από την ειδικότερη αναφορά της σε “παράνομη επέκταση”, ζήτημα για το οποίο, εξάλλου, ο αιτών δεν προβάλλει συγκεκριμένους ισχυρισμούς περί του αντιθέτου, αιτιολογείται νομίμως από το γεγονός της παράνομης εγκατάστασης της επίδικης μονάδας σε έκταση ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου, όπως προκύπτει από το εκδοθέν σε βάρος του αιτούντα πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής και τις επ’ αυτού αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, των οποίων γίνεται ρητή επίκληση στο προοίμιο της προσβαλλόμενης πράξης. Πρέπει δε ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος.
16. Επειδή, εξάλλου, η νομιμότητα της ως άνω αιτιολογικής βάσης της προσβαλλόμενης πράξης δεν κλονίζεται από τους επιμέρους ισχυρισμούς του αιτούντος περί πλάνης περί τα πράγματα της Διοίκησης ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς της επίδικης έκτασης. Και τούτο, διότι: α) οι μεν προαναφερθείσες αποφάσεις του Εφετείου Πατρών, ανεξαρτήτως του ότι δεν προκύπτει συγκεκριμένα ότι αφορούν την επίδικη έκταση, ουδόλως προσκομίζονται ενώπιον του Δικαστηρίου αλλά ούτε προσκομίσθηκαν ενώπιον της Διοίκησης, ενώ, εξάλλου, παρ’ότι είχαν εκδοθεί σε παρωχημένο χρόνο, δεν είχαν προσκομισθεί ούτε ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων που δίκασαν επί του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής, β) η ΣτΕ 2471/2011 δεν αφορά στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της επίδικης έκτασης αλλά ακύρωσε πρωτόκολλο κατεδάφισης αυθαίρετων κατασκευών εκδοθέν βάσει του ν. 2971/2001 περί αιγιαλού για το λόγο ότι δεν προέκυπτε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του, δηλαδή εάν ο Κράθης ήταν πλεύσιμος ποταμός, ή εάν επρόκειτο για κατασκευές σε όχθη μη πλεύσιμου ποταμού, ρέματος ή χειμάρρου, για την προστασία του οποίου εφαρμόζονται άλλες διατάξεις, όπως, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις της νομοθεσίας για την προστασία δημοσίων κτημάτων και γ) το προαναφερθέν έγγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας αναφέρει ότι η έκταση της οποίας ζητήθηκε η παραχώρηση βρίσκεται, πάντως, εντός δημοσίου, πλην ακατάγραφου, κτήματος.
17. Επειδή, η έλλειψη δικαιώματος νόμιμης χρήσης της επίδικης έκτασης εκ μέρους του αιτούντος αποτελεί αυτοτελές αιτιολογικό έρεισμα της προσβαλλόμενης πράξης. Συνεπώς, οι λόγοι ακυρώσεως που αφορούν την έτερη αιτιολογική βάση της πράξης αυτής σχετικά με τη προσκομιδή από τον αιτούντα των οικοδομικών αδειών που ζητήθηκαν από τη Διοίκηση, ως δικαιολογητικού νόμιμης λειτουργίας της επίδικης μονάδας, πρέπει ν’ απορριφθούν προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι.
18. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι πλημμελώς αιτιολογημένη καθ’ ο μέρος με αυτήν διατάσσεται η σφράγιση της επίδικης μονάδας εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στον αιτούντα, καθώς και ως προς τον ορισθέντα από την πράξη χρόνο βιομηχανοποίησης των αποθεμάτων πρώτων υλών εντός του ίδιου διαστήματος, παρ’ ότι η επίδικη επιχείρηση λειτουργούσε, κατά τους ισχυρισμούς του αιτούντα, νόμιμα επί 28 χρόνια και οι ήδη συναφθείσες συμβάσεις του, καθώς και η πρώτη ύλη που απαιτείται για την εκτέλεσή τους, θα ολοκληρωθούν μετά από τρία χρόνια.
19. Επειδή, καθ’ ο μέρος με τον προβαλλόμενο λόγο πλήττεται η διαταγή σφράγισης συνεπεία της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της επίδικης μονάδας, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι αφορά το σκέλος της προσβαλλόμενης πράξης που περιλαμβάνει τη μη εκτελεστή εντολή σφράγισης (πρβλ. ΣτΕ 1134/2018, 1047/2009 κ.ά.). Περαιτέρω, όπως ήδη εκτέθηκε, εν προκειμένω επετράπη με την προσβαλλόμενη απόφαση, η συνέχιση λειτουργίας της δραστηριότητας για 30 ημέρες κατ’ εφαρμογή του άρθρου 29 παρ. 1 εδ. δ΄ του ν. 3982/2011, με σκοπό τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών. Η πράξη, κατά το μέρος αυτό, είναι εκτελεστή και πλήττεται παραδεκτώς. Πρέπει όμως ν’ απορριφθεί ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται πλημμελής αιτιολόγηση ως προς τον καθορισμό του χρονικού διαστήματος συνέχισης λειτουργίας, επειδή δεν ελήφθησαν υπόψη οι αναληφθείσες συμβατικές υποχρεώσεις του αιτούντος, καθ’ όσον, όπως προκύπτει, από το περιεχόμενο της εφαρμοστέας διάταξης (βλ. σκ. 11- 12), το κριτήριο που επικαλείται ο αιτών δεν περιλαμβάνεται στους σκοπούς του νόμου, που συνίστανται στην αντιμετώπιση κινδύνων για το περιβάλλον και την ασφάλεια της περιοχής εξαιτίας των εν λόγω αποθεμάτων και όχι στην εξυπηρέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του φορέα της δραστηριότητας. 20. Επειδή, κατόπιν απορρίψεως όλων των προβαλλόμενων λόγων, η κρινόμενη αίτηση πρέπει ν’ απορριφθεί και να γίνει δεκτή η παρέμβαση. Δ ι ά τ α ύ τ α Απορρίπτει την αίτηση. Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου. Δέχεται την παρέμβαση.
5. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνει με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς εταιρεία, που ασκεί ομοειδή με τον αιτούντα επιχείρηση παραγωγής ασφαλτομίγματος, εγκατεστημένη στη Βιομηχανική Περιοχή ……., και η οποία έχει υποβάλει αιτήσεις και καταγγελίες ενώπιον της Διοικήσεως σχετικά με τη νομιμότητα λειτουργίας της επίδικης μονάδας, προβάλλει δε ότι ο αιτών, ασκώντας παρανόμως τη δραστηριότητά του στην επίδικη θέση, εξοικονομεί τις δαπάνες νόμιμης εγκατάστασης και αντλεί αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε βάρος της (πρβλ. ΣτΕ 853/2018, 3963/2015 και ΣτΕ 2467/2018, 1179/2017 κ.ά.).
6. Επειδή, ο ν. 2516/1997 “Ίδρυση και λειτουργία βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων και άλλες διατάξεις” (Α΄ 159), που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της ανακαλούμενης άδειας λειτουργίας (2002), ορίζει, στο άρθρο 11 παρ. 1, ότι για την ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων, που προορίζονται για την εξυπηρέτηση των δραστηριοτήτων του παρόντος νόμου, απαιτείται να εκδοθεί προηγουμένως η κατά νόμο άδεια οικοδομής, η οποία και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και στο άρθρο 13 ότι για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας απαιτείται να υποβληθεί σχετική αίτηση συνοδευόμενη από τα αναφερόμενα στην εν λόγω διάταξη δικαιολογητικά, ο τύπος και το περιεχόμενο των οποίων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης. Εξάλλου, στο άρθρο 1 της φ.15/2439/77/2001 απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης (Β΄ 154), που εκδόθηκε κατ’εξουσιοδότηση του προαναφερθέντος νόμου, μεταξύ των δικαιολογητικών που προβλέπονται για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας βιομηχανικής ή βιοτεχνικής μονάδας είναι η οικοδομική άδεια και εάν απαιτείται, η παραχώρηση κοινόχρηστων, δημοτικών ή κοινοτικών εκτάσεων ή δημόσιων κτημάτων ή η απαλλοτρίωση ιδιωτικών εκτάσεων.
7. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, άδεια λειτουργίας των δραστηριοτήτων του ν. 2516/1997 χορηγείται με την προσκομιδή των προβλεπόμενων στον νόμο και την κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα υπουργική απόφαση δικαιολογητικών, μεταξύ των οποίων, των απαιτούμενων οικοδομικών αδειών, στον έχοντα νόμιμο δικαίωμα εκμετάλλευσης της επιχείρησης, δηλαδή κατ’ αρχήν στον κύριο ή στον έχοντα νόμιμο δικαίωμα χρήσης του ακινήτου, όπου πρόκειται να λειτουργήσει (πρβλ. ΣτΕ 3345/2017).
8. Επειδή, η αρχή της νομιμότητας επιβάλλει, κατ’ αρχήν, στη Διοίκηση την ανάκληση παράνομης διοικητικής πράξης, όπως, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι απαιτούμενες για την έκδοση της πράξης νόμιμες προϋποθέσεις, ενώ η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης απαιτεί τη διατήρηση της ισχύος των ευμενών για τον καλόπιστο διοικούμενο πράξεων. Σύνθεση των αρχών αυτών συνιστούν οι γενικές αρχές ανάκλησης των διοικητικών πράξεων, σύμφωνα με τις οποίες και οι ευμενείς διοικητικές πράξεις ανακαλούνται εάν είναι παράνομες, μέσα σε εύλογο χρόνο από την έκδοσή τους, ενώ επιτρέπεται η ανάκλησή τους και μετά την παρέλευση ευλόγου χρόνου, για λόγους δημοσίου συμφέροντος (βλ. ΣτΕ 3906/2008, 2403/1997 Ολομ.). Εξάλλου, η νομιμότητα της ανακλητικής διοικητικής πράξης, κρίνεται από το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου προσβάλλεται εν όψει των περιεχομένων σ’ αυτήν αιτιολογιών ανάκλησης που μπορεί, κατ’ αρχήν, να συμπληρώνονται από τα στοιχεία του φακέλου (βλ. ΣτΕ 4069/2012, πρβλ. ΣτΕ 2233/1977 Ολομ.).
9. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την Δ.Β.Φ.14.2/1047/2635/30.4.2002 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας αορίστου χρόνου για το συγκρότημα ασφαλτομίγματος και σπαστηροτριβείου, ιδιοκτησίας του αιτούντος στη θέση ………, χείμαρρος Κράθη, περιοχής ……… Δήμου ………… . Για την ίδια μονάδα είχε στο παρελθόν εκδοθεί άδεια λειτουργίας με την Φ.14.2/1956/1997 απόφαση του ιδίου Νομάρχη με ισχύ έως 3.1.2000. Εξάλλου, η εν λόγω μονάδα είχε αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά αρχικά με την 3381/2002 ΑΕΠΟ και στη συνέχεια με την ΔΑ.Φ31/2078/775/2009 ΑΕΠΟ, με ισχύ μέχρι 25.5.2019, όπως προκύπτει από το ………/2016 έγγραφο της Διεύθυνσης Ανάπτυξης Π.Ε. Αχαΐας. Στις 24.9.2015 διενεργήθηκε αυτοψία στους χώρους της εν λόγω εγκατάστασης από υπαλλήλους της εν λόγω Διεύθυνσης Ανάπτυξης, κατά την οποία ζητήθηκε από τον αιτούντα να προσκομίσει στην εν λόγω υπηρεσία όλα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν τη νόμιμη λειτουργία της επίδικης μονάδας, μεταξύ των οποίων, στοιχεία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου επί του οποίου εγκαταστάθηκε η μονάδα, καθώς και λοιπές άδειες και εγκρίσεις, όπως πολεοδομικές άδειες. Περαιτέρω, η εν λόγω Διεύθυνση Ανάπτυξης με το ……………/1.12.2015 έγγραφό της κάλεσε τον αιτούντα να εκθέσει τις απόψεις του επί της λειτουργίας της μονάδας, επισημαίνοντας ότι το προσκομισθέν ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης ακινήτου είχε λήξει από 31.12.2005 χωρίς να έχει προσκομισθεί νέο που να βρίσκεται σε ισχύ. Ο αιτών δεν προκύπτει ότι ανταποκρίθηκε στις σχετικές προσκλήσεις της Διοίκησης για την προσκομιδή των ζητούμενων στοιχείων. Εξάλλου, κατόπιν αλληλογραφίας μεταξύ της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας και της Διεύθυνσης Ανάπτυξης (βλ. ……/2018 έγγραφο Κτηματικής Υπηρεσίας), η τελευταία ενημερώθηκε ότι είχε εκδοθεί το …../2003 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής σε βάρος του αιτούντος από έκταση 11.465 τ.μ., που βρίσκεται στον ποταμό Κράθη ανάντη της γέφυρας ΝΕΟ Αθηνών-Πατρών, στην αριστερή πλευρά της ροής του ποταμού στην ………. ν. Αχαΐας, στον χώρο εγκατάστασης της επίδικης μονάδας, επειδή η εν λόγω έκταση εμπίπτει κατά τα 4596 τ.μ. σε τμήμα του ΒΚ18 δημόσιου κτήματος και κατά τα 6869 τ.μ. σε κοινόχρηστο χώρο, συγκεκριμένα σε μπαζωμένη κοίτη του ποταμού Κράθη, την οποία ο αιτών κατέλαβε παράνομα με σκοπό την απόκτηση δικαιωμάτων κατοχής και κυριότητας επί εκτάσεως ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου. Ανακοπή του αιτούντος κατά του εν λόγω πρωτοκόλλου και του συναφούς πρωτοκόλλου καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης απορρίφθηκε με την 53/2003 απόφαση του Ειρηνοδικείου Ακράτας, με την οποία, μεταξύ άλλων, απορρίφθηκε ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο ο αιτών έχει μισθώσει την επίδικη έκταση από ιδιώτες, οι οποίοι διαθέτουν ως τίτλους κυριότητας δύο συμβόλαια του έτους 1870 σε μείζονα έκταση 360 περίπου στρεμμάτων, με την αιτιολογία ότι δεν είχε προσδιορισθεί: α) ποιοί είναι οι κύριοι της εν λόγω έκτασης και σε ποιό ποσοστό, β) με ποιόν τρόπο απέκτησαν κυριότητα σε αυτήν, καθ’ όσον δεν αποδεικνύεται η μεταγραφή των εν λόγω συμβολαίων, ενώ η μόνη διακατοχική πράξη που επικαλείται ο αιτών είναι η προαναφερθείσα μίσθωση, της οποίας η διάρκεια δεν έχει, εν πάσει περιπτώσει, υπερβεί την 20ετία και γ) ποιά η σχέση των σημερινών κυρίων με τους συμβληθέντες στα παραπάνω συμβόλαια. Έφεση του αιτούντος κατά της τελευταίας αυτής απόφασης συζητήθηκε στις 18.10.2017, κατόπιν ματαιώσεως της αρχικής δικασίμου, επαναφοράς της με κλήση του Ελληνικού Δημοσίου και αλλεπάλληλων αναβολών, απορρίφθηκε δε με την 41/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαβρύτων, ενώπιον του οποίου ο αιτών δεν εμφανίστηκε. Κατόπιν τούτων, ο αιτών εκλήθη εκ νέου να εκθέσει τις απόψεις του σχετικά με τη λειτουργία της επίδικης μονάδας (βλ. από 21.6.2018 έγγραφο της Διεύθυνσης Ανάπτυξης Αχαΐας) και υπέβαλε σχετικά τις από 28.6.2018 έγγραφες εξηγήσεις του. Με αυτές προέβαλε ότι “η μισθωτική του σχέση είναι με ιδιώτες” , ότι είναι σύννομος σε όλες τις υποχρεώσεις του και ότι ουδεμία παρανομία υφίσταται σχετικά με τη λειτουργία της επιχείρησής του. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα προαναφερθέντα, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη Δ.Α.200228/5960/2.7.2018 απόφαση του Αντιπεριφε-ρειάρχη Π.Ε. Αχαΐας, με την οποία ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της επίδικης μονάδας και διατάχθηκε η σφράγισή της. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο προοίμιο της εν λόγω πράξης (στ. 12 και 13) αυτή εκδόθηκε στηριζόμενη στα εξής δεδομένα: α) ότι από την 41/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαβρύτων, σε συνδυασμό με την 53/2003 απόφαση του Ειρηνοδικείου Ακράτας και το …../2003 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής, αποδεικνύεται η “παράνομη επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητας του αιτούντος και η μη τήρηση των όρων της αρχικής άδειας λειτουργίας (όσον αφορά σχεδιαγράμματα-τοπογραφικά κλπ)” και β) ότι δεν προσκομίστηκαν από τον αιτούντα οι απαιτούμενες οικοδομικές άδειες για την επίδικη μονάδα κατόπιν της από 25.9.2015 έκθεσης αυτοψίας και της σχετικής κλήσης σε ακρόαση. Εξάλλου, με την ίδια πράξη αποφασίσθηκε η συνέχιση λειτουργίας της μονάδας για τριάντα ημέρες μετά την ημερομηνία έκδοσης της ανακλητικής, προκειμένου να πραγματοποιηθεί βιομηχανοποίηση των αποθεμάτων πρώτων υλών, κατά το άρθρο 29 παρ. 1 του ν. 3982/2011, και διατάχθηκε η σφράγισή της κατόπιν της παρέλευσης του εν λόγω χρονικού διαστήματος, δηλαδή στις 3.8.2018. ΄Ηδη με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της ως άνω ανακλητικής πράξης. Αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής που υπεβλήθη από τον αιτούντα με την υπ’ αρ. καταθ. …../2018 αίτηση αναστολής έγινε εν μέρει δεκτό από τον Πρόεδρο του Γ΄ Τμήματος Διακοπών του Δικαστηρίου και επετράπη η συνέχιση λειτουργίας της επίδικης μονάδας μόνο καθ’ όσον αφορά την εξυπηρέτηση ήδη ανειλημμένων υποχρεώσεων του αιτούντος. 10. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και ακυρωτέα, διότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 2 του ν. 3982/2011 για τη διακοπή λειτουργίας της επίδικης δραστηριότητας και συγκεκριμένα διότι δεν προκύπτει ότι προκαλείται άμεσος κίνδυνος για την προστασία του περιβάλλοντος, την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων, την ασφάλεια των περιοίκων και την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών.
11. Επειδή, στο άρθρο 29 του ν. 3982/2011 (Α΄ 143) “Απλοποίηση της αδειοδότησης τεχνικών επαγγελματικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων και επιχειρηματικών πάρκων και άλλες διατάξεις”, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 228 παρ.9 του 4072/2012 (Α΄ 86), με τον τίτλο “Κυρώσεις”, ορίζονται τα εξής: “1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 17 έως 40 και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση τους, καθώς και σε περίπτωση μη τήρησης των όρων ή περιορισμών που τίθενται με αποφάσεις της Αδειοδοτούσας Αρχής, μπορεί να επιβληθεί, με απόφαση του Περιφερειάρχη, πλην των κυρώσεων της παραγράφου 3, η ολική ή μερική, προσωρινή ή οριστική, διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας. Η διακοπή λειτουργίας της δραστηριότητας πραγματοποιείται από τα όργανα της Περιφέρειας, με τη συνδρομή των αστυνομικών αρχών, με τη σφράγιση του παραγωγικού της εξοπλισμού ή σε περίπτωση αποθήκης ή άλλων επικινδύνων εγκαταστάσεων με τη σφράγιση αυτών. [...] Σε ειδικές περιπτώσεις και εφόσον επιβάλλεται σε εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου η διακοπή λειτουργίας των δραστηριοτήτων, ο Περιφερειάρχης επιτρέπει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες, με απόφασή του που εκδίδεται εφάπαξ, τη δυνατότητα συνέχισης της λειτουργίας τους για τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών, που είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον ή την ασφάλεια της περιοχής. 2. Διακοπή της λειτουργίας μιας δραστηριότητας επιβάλλεται μόνο όταν από τη λειτουργία της προκαλείται άμεσος κίνδυνος για: α) την προστασία του περιβάλλοντος, β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των εργαζομένων, γ) την ασφάλεια των περιοίκων και δ) την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών ή όταν έχουν παρέλθει άπρακτες οι προβλεπόμενες στο άρθρο 22 προθεσμίες”.
12. Επειδή, η πρόβλεψη στην προαναφερθείσα διάταξη της διακοπής λειτουργίας δραστηριότητας ως κύρωσης υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σ’ αυτήν, δεν αποκλείει την, σύμφωνα με τις γενικές αρχές ανάκλησης των διοικητικών πράξεων, ανάκληση άδειας λειτουργίας βιομηχανικής ή βιοτεχνικής επιχείρησης, η οποία μάλιστα έχει εκδοθεί υπό το καθεστώς του προϊσχύσαντος ν. 2516/1997, για λόγους που ανάγονται στη νομιμότητά της (πρβλ. ΣτΕ 3356/2007). Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι η Διοίκηση δύναται παράλληλα να εφαρμόζει τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 1 του ν. 3982/2011, σχετικά με την υλοποίηση της διακοπής λειτουργίας της δραστηριότητας, συνεπεία της εν λόγω ανακλήσεως, ως προς τη διαδικασία σφράγισης του παραγωγικού εξοπλισμού ή των εγκαταστάσεων της δραστηριότητας, καθώς και σε σχέση με τη δυνατότητα συνέχισης λειτουργίας της για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα με σκοπό τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών, που είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον και την ασφάλεια της περιοχής.
13. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης, με αυτήν ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της επίδικης μονάδας για λόγους που αφορούν τους όρους και τις προϋποθέσεις έκδοσης της ανακαλούμενης άδειας με αποτέλεσμα τη διακοπή λειτουργίας της. Συνεπώς, δεν επιβάλλεται η κύρωση της διακοπής λειτουργίας της εν λόγω δραστηριότητας βάσει του άρθρου 29 παρ. 1 και 2 του ν. 3982/2011. Ως εκ τούτου, πρέπει ν’ απορριφθεί ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης ο εξεταζόμενος λόγος περί μη συνδρομής, εν προκειμένω, των προϋποθέσεων της παραγράφου 2 του ως άνω άρθρου.
14. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και ακυρωτέα λόγω αόριστης και ελλιπούς αιτιολογίας ως προς το εάν υπάρχει παράνομη επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητας και μη τήρηση των όρων της αρχικής άδειας λειτουργίας (όσον αφορά σχεδιαγράμματα-τοπογραφικά), που αναφέρονται στο προοίμιό της ως λόγος ανακλήσεως. Κατά τους ισχυρισμούς του αιτούντος, δεν παραβιάστηκε κανένας όρος της ανακληθείσας άδειας λειτουργίας ούτε προκύπτει από κανένα τοπογραφικό κάτι τέτοιο. Κατά τα προβαλλόμενα, στην πραγματικότητα η επίδικη έκταση ανήκει σε ιδιώτες, ιδιοκτήτες ευρύτερης έκτασης, που ονομάζεται κτήμα “…………”, με τη διαχειριστική επιτροπή του οποίου ο αιτών είχε συνάψει σύμβαση μίσθωσης από το έτος 1990. Συναφώς, προβάλλεται ότι η Διοίκηση εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη κατά πλάνη περί τα πράγματα ως προς το ζήτημα αυτό, και συγκεκριμένα χωρίς να λάβει υπόψη κρίσιμα στοιχεία, όπως: α) δύο αποφάσεις πολιτικών δικαστηρίων (297/1974 και 571/1987 του Εφετείου Πατρών), που κατά τους ισχυρισμούς του αιτούντος επιλύουν το ιδιοκτησιακό καθεστώς εκτάσεων στη θέση “………”, όπου βρίσκεται και η επίδικη, αναγνωρίζοντας ως ιδιοκτήτες ιδιώτες, μεταξύ των οποίων, και οι μεταγενέστερα εκμισθωτές του, β) την ΣτΕ 2471/2011 που ακύρωσε πρωτόκολλο του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας για αυθαίρετες κατασκευές εντός της κοίτης του Ποταμού Κράθη και γ) το υπ’ αρ. πρωτ. ………/2007 έγγραφο της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (ΚΕΔ), σύμφωνα με το οποίο η επίδικη μονάδα βρίσκεται εκτός του Β18 δημόσιου κτήματος.
15. Επειδή, όπως προκύπτει από το προαναφερθέν ιστορικό, η προσβαλλόμενη πράξη στηρίζεται προεχόντως στο γεγονός ότι με το ……/2003 πρωτοκόλλο διοικητικής αποβολής ο αιτών αποβάλλεται από έκταση 11.465 τ.μ., όπου έχει εγκαταστήσει την επίδικη μονάδα, επειδή η εν λόγω έκταση εμπίπτει κατά τα 4596 τ.μ. σε τμήμα του ΒΚ18 δημόσιου κτήματος και κατά τα 6869 τ.μ. σε κοινόχρηστο χώρο, συγκεκριμένα σε μπαζωμένη κοίτη του ποταμού Κράθη, την οποία αυτός κατέλαβε παράνομα, μετά από την οριστικοποίηση του εν λόγω πρωτοκόλλου με την 41/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καλαβρύτων απορριπτική έφεσής του κατά της επίσης απορριπτικής 53/2003 απόφασης του Ειρηνοδικείου Ακράτας επί ανακοπής του ιδίου. Εξάλλου, ήδη από το έτος 2015, πριν την οριστικοποίηση του εν λόγω πρωτοκόλλου, ο αιτών είχε κληθεί από τη Διοίκηση να προσκομίσει στοιχεία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς του εν λόγω ακινήτου, με την επισήμανση ότι το μισθωτήριο που είχε προσκομισθεί είχε λήξει από το 2005, χωρίς όμως να υπάρξει σχετική ανταπόκριση. Με αυτά τα δεδομένα, η Διοίκηση νομίμως ανακάλεσε την άδεια λειτουργίας της επίδικης μονάδας για το λόγο ότι ήδη δεν συντρέχει στο πρόσωπο του αιτούντα, η βασική προϋπόθεση για την έκδοσή της, που κατά τα ήδη αναφερθέντα (σκ. 7), συνίσταται στο δικαίωμα νόμιμης χρήσης του ακινήτου όπου λειτουργεί η αδειοδοτηθείσα δραστηριότητα. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη πράξη, ανεξάρτητα από την ειδικότερη αναφορά της σε “παράνομη επέκταση”, ζήτημα για το οποίο, εξάλλου, ο αιτών δεν προβάλλει συγκεκριμένους ισχυρισμούς περί του αντιθέτου, αιτιολογείται νομίμως από το γεγονός της παράνομης εγκατάστασης της επίδικης μονάδας σε έκταση ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου, όπως προκύπτει από το εκδοθέν σε βάρος του αιτούντα πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής και τις επ’ αυτού αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, των οποίων γίνεται ρητή επίκληση στο προοίμιο της προσβαλλόμενης πράξης. Πρέπει δε ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος.
16. Επειδή, εξάλλου, η νομιμότητα της ως άνω αιτιολογικής βάσης της προσβαλλόμενης πράξης δεν κλονίζεται από τους επιμέρους ισχυρισμούς του αιτούντος περί πλάνης περί τα πράγματα της Διοίκησης ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς της επίδικης έκτασης. Και τούτο, διότι: α) οι μεν προαναφερθείσες αποφάσεις του Εφετείου Πατρών, ανεξαρτήτως του ότι δεν προκύπτει συγκεκριμένα ότι αφορούν την επίδικη έκταση, ουδόλως προσκομίζονται ενώπιον του Δικαστηρίου αλλά ούτε προσκομίσθηκαν ενώπιον της Διοίκησης, ενώ, εξάλλου, παρ’ότι είχαν εκδοθεί σε παρωχημένο χρόνο, δεν είχαν προσκομισθεί ούτε ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων που δίκασαν επί του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής, β) η ΣτΕ 2471/2011 δεν αφορά στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της επίδικης έκτασης αλλά ακύρωσε πρωτόκολλο κατεδάφισης αυθαίρετων κατασκευών εκδοθέν βάσει του ν. 2971/2001 περί αιγιαλού για το λόγο ότι δεν προέκυπτε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του, δηλαδή εάν ο Κράθης ήταν πλεύσιμος ποταμός, ή εάν επρόκειτο για κατασκευές σε όχθη μη πλεύσιμου ποταμού, ρέματος ή χειμάρρου, για την προστασία του οποίου εφαρμόζονται άλλες διατάξεις, όπως, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις της νομοθεσίας για την προστασία δημοσίων κτημάτων και γ) το προαναφερθέν έγγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας αναφέρει ότι η έκταση της οποίας ζητήθηκε η παραχώρηση βρίσκεται, πάντως, εντός δημοσίου, πλην ακατάγραφου, κτήματος.
17. Επειδή, η έλλειψη δικαιώματος νόμιμης χρήσης της επίδικης έκτασης εκ μέρους του αιτούντος αποτελεί αυτοτελές αιτιολογικό έρεισμα της προσβαλλόμενης πράξης. Συνεπώς, οι λόγοι ακυρώσεως που αφορούν την έτερη αιτιολογική βάση της πράξης αυτής σχετικά με τη προσκομιδή από τον αιτούντα των οικοδομικών αδειών που ζητήθηκαν από τη Διοίκηση, ως δικαιολογητικού νόμιμης λειτουργίας της επίδικης μονάδας, πρέπει ν’ απορριφθούν προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι.
18. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι πλημμελώς αιτιολογημένη καθ’ ο μέρος με αυτήν διατάσσεται η σφράγιση της επίδικης μονάδας εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στον αιτούντα, καθώς και ως προς τον ορισθέντα από την πράξη χρόνο βιομηχανοποίησης των αποθεμάτων πρώτων υλών εντός του ίδιου διαστήματος, παρ’ ότι η επίδικη επιχείρηση λειτουργούσε, κατά τους ισχυρισμούς του αιτούντα, νόμιμα επί 28 χρόνια και οι ήδη συναφθείσες συμβάσεις του, καθώς και η πρώτη ύλη που απαιτείται για την εκτέλεσή τους, θα ολοκληρωθούν μετά από τρία χρόνια.
19. Επειδή, καθ’ ο μέρος με τον προβαλλόμενο λόγο πλήττεται η διαταγή σφράγισης συνεπεία της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της επίδικης μονάδας, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι αφορά το σκέλος της προσβαλλόμενης πράξης που περιλαμβάνει τη μη εκτελεστή εντολή σφράγισης (πρβλ. ΣτΕ 1134/2018, 1047/2009 κ.ά.). Περαιτέρω, όπως ήδη εκτέθηκε, εν προκειμένω επετράπη με την προσβαλλόμενη απόφαση, η συνέχιση λειτουργίας της δραστηριότητας για 30 ημέρες κατ’ εφαρμογή του άρθρου 29 παρ. 1 εδ. δ΄ του ν. 3982/2011, με σκοπό τη βιομηχανοποίηση αποθεμάτων πρώτων υλών. Η πράξη, κατά το μέρος αυτό, είναι εκτελεστή και πλήττεται παραδεκτώς. Πρέπει όμως ν’ απορριφθεί ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται πλημμελής αιτιολόγηση ως προς τον καθορισμό του χρονικού διαστήματος συνέχισης λειτουργίας, επειδή δεν ελήφθησαν υπόψη οι αναληφθείσες συμβατικές υποχρεώσεις του αιτούντος, καθ’ όσον, όπως προκύπτει, από το περιεχόμενο της εφαρμοστέας διάταξης (βλ. σκ. 11- 12), το κριτήριο που επικαλείται ο αιτών δεν περιλαμβάνεται στους σκοπούς του νόμου, που συνίστανται στην αντιμετώπιση κινδύνων για το περιβάλλον και την ασφάλεια της περιοχής εξαιτίας των εν λόγω αποθεμάτων και όχι στην εξυπηρέτηση των συμβατικών υποχρεώσεων του φορέα της δραστηριότητας. 20. Επειδή, κατόπιν απορρίψεως όλων των προβαλλόμενων λόγων, η κρινόμενη αίτηση πρέπει ν’ απορριφθεί και να γίνει δεκτή η παρέμβαση. Δ ι ά τ α ύ τ α Απορρίπτει την αίτηση. Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου. Δέχεται την παρέμβαση.